Echinacea (purpurea, angustifolia, pallida)

 
 



Η Echinacea ανήκει στην οικογένεια των Compositae και βέβαια μοιάζει με μαργαρίτα. Υπάρχουν 3 είδη με φαρμακολογικό ενδιαφέρον, η E. angustifolia, Ε. purpurea και η E. pallida. Χρησιμοποιήθηκαν τουλάχιστον από το 1600 μΧ στην Αμερική, για οφθαλμολογικές μολύνεις, για επιμολυσμένα τραύματα, σε τσιμπήματα φιδιών, εκζέματα, αλλά και σε διάφορες άλλες καταστάσεις, από στομαχικά προβλήματα μέχρι επιληψία.

Μετά το 1930, πάνω από 300 δημοσιεύσεις αφορούσαν την echinacea, που μάλιστα ήταν στον διάσημο κατάλογο του δρ. John King, των «Eclectics», ως φυτό ενδεικνυόμενο για πλήθος μολυσματικών καταστάσεων.

Με την εμφάνιση των αντιβιοτικών, η χρήση της echinacea περιορίστηκε, για να επανέλθει δυναμικά μετά το 1980 με την «αναγέννηση» της φυτοθεραπείας.

Τα τελευταία 20 χρόνια, η echinacea έγινε ένα από τα δημοφιλέστερα φυτά, καθώς θεωρείται ότι ενεργοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα, και βελτιώνει την αντίδραση του οργανισμού σε μολύνσεις.Κλινικές μελέτες έδειξαν ότι η εχινακίνη, ένα γλυκοσίδειο που περιέχεται στο φυτό, καταπολεμά τα βακτήρια σαν φυσικό αντιβιοτικό, (6mgr εχινακίνης αντιστοιχούν in vitro σε 1 μονάδα πενικιλίνης), γεγονός εξηγεί την αποτελεσματικότητα του φυτού σε στρεπτοκοκκικές και σταφυλοκοκκικές λοιμώξεις και φλεγμονές.

Οι ερευνητές γνωρίζουν την ανοσοδιεγερτική δράση του φυτού, χωρίς ακόμη να μπορούν να την εξηγήσουν ικανοποιητικά.. Φαίνεται ότι εμπλέκεται ένα πλήθος από παράγοντες που παρεμβαίνουν με διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης. Κάποια συστατικά παραλαμβάνονται καλύτερα από υδατικά διαλύματα, τα περισσότερα όμως από αλκοολικά.

Στο αίμα επιταχύνει τη φαγοκυττάρωση και καταστρέφει τα βακτήρια. Σε κυτταρικό επίπεδο ελαττώνει την παραγωγή του ενζύμου υαλουροδινάση, (αυτό βρίσκεται στο δηλητήριο φιδιών), που καταστρέφει το υαλουρονικό οξύ και οδηγεί σε διάσπαση του συνδετικού ιστού.

Χρήσιμη σε δοθηίνες, ακμή, έρπη ζωστήρα, (γιατί επιπλέον συμβάλλει στην αναγέννηση των ιστών), ουλίτιδα, φαρυγγίτιδα, μέση ωτίτιδα και βέβαια στο κοινό κρυολόγημα και την γρίππη.

Η echinacea έχει επίσης αποδειχτεί ότι επιδρά θετικά σε προβλήματα των αρθρώσεων, εμφανίζοντας σημαντική αντιφλεγμονώδη δράση, πράγμα που δικαιολογεί τη χρήση της σε παραδοσιακές θεραπείες για αρθρίτιδες.

Η δράση της echinacea σε κάθε περίπτωση είναι συνεργική για το ανοσοποιητικό, εξαρτάται συνεπώς από την ίδια την κατάσταση του συστήματος. Χωρίς έναν ικανοποιητικό αριθμό αντισωμάτων, απλά προσφέρει μια αντισηπτική δράση. Αυτό σημαίνει ότι ο παράγοντας χρόνος είναι κρίσιμος για τη λήψη σκευασμάτων με echinacea. Όσο πιο νωρίς χρησιμοποιηθεί σε μια εξελισσόμενη προσβολή του οργανισμού, τόσο πιο αποτελεσματική είναι. Γι' αυτό το φυτό πρέπει να λαμβάνεται αν είναι εφικτό, από τα πρώτα συμπτώματα μιας μόλυνσης ή ίωσης, πριν δηλαδή «ο εισβολέας» αποκτήσει σημαντικές θέσεις στο «πεδίο μάχης» του σώματος. Για τον ίδιο λόγο είναι χρήσιμη και η «προληπτική» λήψη της σε περίοδο υψηλής νοσηρότητας, σύμφωνα με το σχήμα που περιγράψαμε.

Ο καλύτερος τρόπος λήψης της echinacea, είναι να παίρνουμε μικρές, συχνές καθημερινές δόσεις, (αντί για μεγαλύτερες και λιγότερες στη διάρκεια της ημέρας). Καλύτερα επίσης να λαμβάνεται συνέχεια για διάστημα 2 εβδομάδων και να διακόπτεται για μία εβδομάδα πριν ακολουθήσει νέος κύκλος. Δεν πρέπει να λαμβάνεται χωρίς διακοπή για περισσότερο από 6 εβδομάδες, γιατί τότε φαίνεται ότι επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα, «καταπιέζει» το ανοσοποιητικό και δεν προσφέρει κανένα όφελος.

Σε χρόνιες μολύνσεις, η δοσολογία είναι μισό κουταλάκι του γλυκού, περίπου 40 σταγόνες σε λίγο νερό, 3 φορές την ημέρα. Σε οξείες καταστάσεις καλύτερα να λαμβάνονται 20-25 σταγόνες κάθε 2-3 ώρες. Σε αμυγδαλίτιδες, φαρυγγίτιδες, πολύτιμες είναι οι συχνές γαργάρες με ένα κουταλάκι του γλυκού σε μισό ποτήρι νερό. Τα παιδιά κάτω των 8 ετών, λαμβάνουν τη μισή δόση.

Το φυτό δεν παρουσιάζει τοξικότητα, ακόμη και σε μεγάλες δόσεις, με την υπενθύμιση του δοσολογικού σχήματος που εξηγήσαμε.

Αντενδείκνυται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, σε παιδιά κάτω των 2 ετών, σε άτομα που πάσχουν από φυματίωση και αυτοάνοσα νοσήματα.

Σε κάθε περίπτωση, την πρώτη φορά καλό είναι να ξεκινάμε με χαμηλές δόσεις.

Άλλα φυτά

Πηγή: http://www.natmed.gr