Η λέξη είναι μάλλον τούρκικη και σημαίνει "αυτός που ανακοινώνει τα μαντάτα", ο δημόσιος κήρυκας.

Ο (ν)τελάλης διαλαλούσε τα νέα, τις παραγγελίες που έπαιρνε από τις αρχές ή για τα εμπορεύματα που έφερναν οι πραματευτάδες.

Τα παλιά τα χρόνια που δεν είχαν ανακαλυφτεί το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το μεγάφωνο οι αρχές είχαν πρόβλημα να επικοινωνήσουν με τους κατοίκους και να τους πουν για κάποια πράγματα ή αποφάσεις που τους αφορούσαν. Η δυνατή φωνή και κυρίως ο τρόπος που παρουσίαζαν συνοπτικά τα νέα ή διαφήμιζαν τα προϊόντα, τους καθιστούσε γνωστούς στην τοπική κοινωνία. Έβαζε την παλάμη στο στόμα, σαν χωνί, κι έπαιρνε τις γειτονιές φωνάζοντας. Η αμοιβή του ήταν ένα ποτηράκι τσίπουρο ή λίγο κολατσιό.

Τα νεώτερα χρόνια τους πλήρωνε ηΚοινότητα ή μια ομάδα κατοίκων. Ο ντελάλης ήταν ο ενημερωτής της πόλης για το τι γινόταν και το τι θα γίνει. Τους έλεγε για τις μεγάλες εκδηλώσεις. Με λίγα λόγια ήταν μια κινητή εφημερίδα.

Σήμερα που υπάρχουν τα μεγάφωνα δε χρειάζεται ο ντελάλης. Τους συναντάμε στις λαϊκές εγορές, που βροντοφωνάζουν την πραμάτεια ή τα προϊόντα τους.

Αλλιώς τους λέγανε και "κράχτες". Ντελάλης (= κήρυκας = διαλαλητής = μορφές προφορικής διαφήμισης και προβολής).

 

"... Άχου καρδούλα μου φυλακισμένη
δεν βγαίνει ο ήλιος που καρτεράς
μόνο ο ντελάλης της αγοράς
σε ξεκουφαίνει σε ξεκουφαίνει
άχου καρδούλα μου"...

ΑΧ! ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΜΟΥ Συνθέτης: Μάνος Λοίζος, Στιχουργός:Λευτέρης Παπαδόπουλος